12. H Τέχνη της φιλίας ( 29/6/2007 )

Όταν ο Ralph Waldo Emerson έλεγε ότι οι αληθινοί φίλοι δίνουν αυτό που κανονικά δεν μπορούν να δώσουν, αλλά που αναδύεται μόνο του από αυτούς, είχε πιθανόν μια τελείως διαφορετική άποψη για την φιλία απ’ ότι οι σημερινοί λογικοί άνθρωποι.

Ακόμη και οι πιο ανοιχτόμυαλοι θα αισθανθούν την ανατροπή όταν έλθουν αντιμέτωποι με τη σκέψη πως το μεγαλείο της φιλίας δεν είναι το χέρι βοηθείας, ούτε το ευγενικό χαμόγελο, ούτε ακόμη η χαρά της συντροφικότητας. Είναι η πνευματική έμπνευση που έρχεται σε κάποιον όταν ανακαλύπτει ότι κάποιος άλλος πιστεύει σ’ αυτόν και είναι διατεθειμένος να τον εμπιστευτεί με φιλία.

Δυο πνευματικές οντότητες δεν μπορούν να αγγίξουν την βαθιά ειρήνη και την αμοιβαία εκτίμηση μεταξύ τους, παρά μόνο όταν μέσα από τον διάλογό τους καταφέρουν να φτάσουν σε εκείνο το σημείο όπου ο κάθε ένας στέκεται δίπλα στον άλλο ως εκπρόσωπος ολόκληρου του κόσμου.

Λες και ο κόσμος χρειάζεται δύο ακέραιες θεωρήσεις για να συνθέσει την εικόνα του όπως ο νους μας συνθέτει την εικόνα της πραγματικότητας με την βοήθεια των δύο μας ματιών.

Λες και οι δύο ακέραιες θεωρήσεις του κόσμου να αποτελούν το υπερβατικό αρχιτεκτόνημα κάποιας δίστηλης Πύλης που ατενίζει το βασίλεμα του ήλιου στο πέλαγος.

Στην καθημερινότητά μας χανόμαστε μέσα σε ανταλλαγές, υπολογισμούς και συγκρίσεις. Κρίνουμε τα δικά μας και του άλλου, ζυγίζοντάς τα ακατάπαυστα στην πλάστιγγα που ισορροπεί πάνω στις διακυμάνσεις των αισθημάτων μας. Η παραμικρή ασυμμετρία αποτελεί ατέλεια και χρεώνεται ή διορθώνεται αμέσως για να επιζήσει η λεγόμενη φιλία…

Όμως κανείς ποτέ δεν μας είπε πως τα πράγματα πρέπει να είναι έτσι. Αντιθέτως, είναι πολύ σημαντικές εκείνες οι στιγμές, αν και ελάχιστες, που νοιώσαμε πως δεν υπήρχε κανείς λόγος ούτε αφορμή για την ευδαιμονία που νοιώσαμε στο πέρασμα μιας φιλίας.

Που νοιώσαμε πως κάποια αόρατα νήματα προέκτειναν τις οντότητές μας πέρα από τον γνωστό κόσμο της ύλης, αναδύοντας το άρωμα μιας άλλης υπόστασης πολύ πιο φωτεινής.


11. G700: Η γενιά των 700 Ευρώ (22/6/2007)

Εξασκώντας το δημοφιλές και αναγκαίο πια σπορ του δια-δικτυακού blogging έπεσα πάνω στη σελίδα των G700 (ηλεκτρονική διεύθυνση: http://g700.blogspot.com), της γενιάς των 700 Ευρώ, όπου έμαθα ότι ένας στους 5 Έλληνες, δηλαδή 2 εκατομμύρια περίπου, ζούνε κάτω από τα όρια της φτώχειας ενώ η χώρα μας έχει έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης.

Επίσης δημογραφικά ως Έλληνες διεκδικούμε ρεκόρ μακροζωίας ενώ ο δείκτης γονιμότητάς μας είναι ένας από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη.

Με λίγα λόγια ζούμε πολύ, γεννάμε λίγο και στην τρέχουσα ταχύρυθμη ανάπτυξή μας έχουμε δημιουργήσει μια νέα γενιά πενήτων ηλικίας 25-35 ετών, τους G700.

Η θλιβερή διαπίστωση είναι ότι λόγω της χαμηλής γονιμότητας των Ελλήνων αλλά και της μακροζωίας τους ( οι γέροι είναι περισσότεροι από τους νέους και διαρκέστεροι στα πόστα τους ), η νέα γενιά δεν έχει την “κρίσιμη μάζα” ώστε να αποτελέσει δυναμική παράμετρο κοινωνικών και οικονομικών ματαρυθμίσεων.

Γι’ αυτό το λόγο στην Ελλάδα καταφέρνουν και επικρατούν οι συντηρητικές και αναχρονιστικές απόψεις των γηραιότερων βολεμένων που αναπολούν και αναμασούν το παρελθόν χωρίς να ανανεώνουν τη θεώρησή τους για το μέλλον. Εξ’ ου και το ασφαλιστικό πρόβλημα καθώς και ο υπέρογκος αριθμός των άχρηστων δημοσίων υπαλλήλων.

Τα παιδιά λοιπόν αυτών των γηραιότερων είναι σήμερα η γενιά των νέων των 700 Ευρώ. Είναι η γενιά των νέων που υποπληρώνεται και εξαναγκάζεται να δουλεύει 2 δουλειές, τις περισσότερες φορές χωρίς ασφάλιση, και που εδώ και έξι μήνες έχει αποκτήσει επιτέλους φωνή μέσα στη bloggo-σφαιρα. Μια φωνή που ευτυχώς δυναμώνει και υποδεικνύει πως το διαδύκτιο πολύ πιθανόν να αποτελέσει τον μελλοντικό “άσσο” των εξελίξεων.

Ιδού κύριοι τα χάλια σας κραυγάζουν χαιρέκακα οι Κασσάνδρες του πολιτισμού. Γιατί πώς μπορεί να υπάρξει πολιτισμός όταν οι γηραιότεροι δεν φροντίζουν τους νέους τους; Ποιος ενδιαφέρεται πραγματικά σήμερα για τον πολιτισμό όταν αφήνει τους νέους ακάλυπτους και στο έλεος της οικονομικής υποτέλειας ;

Μήπως ξεχάσατε κύριοι ότι πολιτισμός είναι “συνέχεια” και “μέλλον”;


10. Το Soundtrack της καθημερινότητας ( 15/6/2007 )

To κίτρινo ταξί μερσέντες ανηφόρησε φιλήδονα στους μικρούς λοφίσκους του αριστοκρατικού προαστίου κυματίζοντας πάνω στα σαμαράκια που έκοβαν τη φόρα σε κάθε δίτροχο ενοχλητικό επισκέπτη.

Στο ραδιόφωνο ένα μπάσταρδο λαϊκό άσμα ακούγονταν αταίριαστο με τους περιποιημένους κήπους και τη γαλήνια θαλπωρή που αγκάλιαζε τις ακριβές μονοκατοικίες. Ο οδηγός του ταξί ασυναίσθητα χαμήλωσε την ένταση και έψαξε για άλλον σταθμό. Αυτή η αυθόρμητη κίνησή του με έκανε να τον επεξεργαστώ διακριτικά. Ήταν γύρω στα τριάντα, ίσως απόφοιτος ΙΕΚ με rock παρελθόν και λαϊκότερο παρόν, κατά πάσα πιθανότητα λόγω καψούρας. Πρέπει να το πάλεψε πολύ για να αποδεχτεί τη νεόπλουτη εκδοχή της πραγματικότητας αλλά να λίγο οι γονείς που παρότρυναν , λίγο οι χάρες της ξανθής αγαπημένης και πιο πολύ η καταθλιπτική εικόνα των rock ειδώλων της έντεχνης φθοράς, συνέπραξαν στην τελική του μετάλλαξη.

Όμως το παλικάρι ήταν ακόμη ζωντανό γιατί οι λεπτές τριχοειδείς κεραίες του εντόπισαν ως αταίριαστο το λαϊκό ραδιοφωνικό άσμα. Τα δάχτυλά του στα τυφλά έψαξαν τις συχνότητες ώσπου σαν έμπειρος μουσικός επιμελητής εντόπισε την κατάλληλη μουσική υπόκρουση για τον περιβάλλοντα χώρο. H αιθέρια γυναικεία φωνή έσβησε κάθε υποψία κακογουστιάς και ενώθηκε όλο υπόσχεση με τα φυλλώματα και τις πρασινάδες, ανοίγοντας μυστικούς κήπους καθημερινής ποίησης.

Καθώς αφήναμε πίσω μας τις σιωπηλές πρεσβείες του κόσμου, φτάσαμε στην κορυφή του λόφου, στο χείλος της αντίπερα όχθης, πάνω στην κόψη του δειλινού. Μπροστά μας μεγαλόπρεπη απλωνόταν η γνώριμη τσιμεντούπολη σαν motherboard πλακέτα κάποιου παρωχημένου μοντέλου υπολογιστή. Λόγω του φωτός είχε αποκτήσει μια ροδογαλάζια απόχρωση που ταίριαζε απόλυτα με τη μουσική απ’ το επόμενο R&B κομμάτι. Τα φωτάκια της πόλης άρχισαν να πληθαίνουν καθώς κατεβήκαμε το λόφο. Πάνω στο πρώτο φανάρι κάτι διαφημίσεις διέκοψαν τη μουσική και με επανέφεραν στην πραγματικότητα. Ποια πραγματικότητα σκέφτηκα; Μήπως όλες οι εικόνες που είδα σε συνδυασμό με τη μουσική υπόκρουση δεν ήταν η καλύτερη εκδοχή της πραγματικότητας; Μήπως τελικά η καθημερινότητα μπορεί να ερμηνευτεί σωστά μόνο με το κατάλληλο soundtrack;



9. Το Μεγάλο κόλπο ( 8/6/2007 )

« Αδικούντα λαθείν μεν δύσκολον, πίστιν δε λαβείν υπέρ του λαθείν αδύνατον » Αυτός που αδικεί λέει ο Επίκουρος είναι δύσκολο να ξεφύγει, αλλά είναι αδύνατο να βεβαιωθεί πως θα ξεφεύγει πάντα.

Προσέκρουσα πρόσφατα στο παραπάνω προσφιλές ρητό όταν είδα νέους ανθρώπους να εκμεταλλεύονται άλλους, χωρίς κανέναν ηθικό δισταγμό ή επίγνωση δικαίου. Γιατί έχει γίνει της μόδας να στήνονται επιχειρήσεις χρήματος που για ανέξοδο καύσιμο χρησιμοποιούν τον χρόνο, την ενέργεια και το δημιουργικό σθένος άλλων ανθρώπων τους οποίους αποκαλούν “μαθητευόμενους” μόνο και μόνο για να τους απομυζήσουν χωρίς “κόστος” και όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου να τους αντικαταστήσουν με άλλους καινούργιους και φυσικά ανέξοδους. Είναι πολύ λυπηρό να βλέπεις διάφανες τις σκέψεις αυτών των μοντέρνων γενίτσαρων του χρήματος που εξισώνουν τα πάντα με ίδιον όφελος και χλευάζουν κάθε ηθική αξία θεωρώντας την παρωχημένο ρομαντισμό, αδυναμία ή τουλάχιστον βλακεία.

Έτσι όμως διδάσκει και το πολιτειακό σύστημα που για να καλύψει την ανεργία και την δική του ανεπάρκεια σε υπόβαθρο πραγματικής δημιουργίας, πείθει ολόκληρες γενιές δημιουργικών μυαλών να καταστούν κατ’ εξακολούθηση “ μαθητευόμενοι ” αποκτώντας πτυχία, κόντρα πτυχία, μεταπτυχιακά, εξειδίκευση και προϋπηρεσία. Έτσι στην ουσία μεταθέτει μέσα στο χρόνο το άλυτο πρόβλημα της αμοιβής της εργασίας δημιουργώντας ταυτόχρονα έσοδα για όλες τις επιχειρήσεις που στήνονται προς εξυπηρέτηση της παραοικονομίας της μαθητείας.

Ωραίο κόλπο! Μόνο που κάθε κυκλικό σύστημα έχει και κάποιο σημείο κορεσμού το οποίο όταν έλθει, μεταμορφώνεται με αλάθητη ακρίβεια σε καταπέλτη για τους εμπλεκόμενους. Είναι η αρχαία Νέμεσις για τους έχοντες νου. Για τους μη έχοντες, είναι εκείνο το σημείο του χρόνου που πάνε να συναντήσουν τον εαυτό τους και δεν βρίσκουν κανέναν. Και όπως λέει και ο Ζιντ δεν υπάρχει μεγαλύτερο εμπόδιο στην ευτυχία από την ανάμνησή της.

Προσέκρουσα λοιπόν στο Επικούρειο ρητό που όλοι μας πολύ απλά γνωρίζουμε με την πιο απλή εκδοχή του: μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και η …δική του μοίρα.



8. Η Φρενίτιδα των πωλήσεων (1/6/2007)

Πάει καιρός που η λέξη “πουλάω” σήμαινε κάτι επιλήψιμο! Πάει καιρός που οι συλλογικές αξίες είχαν εξορίσει ως έκπτωτο άγγελο κάθε επί χρήμασι πορευόμενο…

Μέσα στον σημερινό κόσμο, όπως περιγράφει ο Pascal Bruckner στο βιβλίο του “Η μιζέρια του πλούτου”, ο φιλάργυρος είναι πρόσωπο της στατικής οικονομίας, ο σπάταλος είναι πρόσωπο της επιδεικτικής οικονομίας και ο πλεονέκτης της ανθηρής οικονομίας.

Σήμερα τη σκυτάλη έχουν πάρει οι ενορχηστρωτές του ακόρεστου αισθήματος ανάπτυξης και οι λάτρεις της παρεξηγημένης αίσθησης της αθανασίας δια μέσω του χρήματος. Αυτοί δεν είναι άλλοι από τους καθημερινούς επαγγελματίες ή και ερασιτέχνες πωλητές αγαθών τε και οραμάτων…ορατών τε και αοράτων.

Αντίθετα προς τις υποδείξεις κάθε συστήματος αυτογνωσίας, καλός καταναλωτής είναι αυτός που δεν εφησυχάζει και που δεν ικανοποιείται ποτέ με αυτά που έχει. Και η παραμικρή αυτάρκεια αποτελεί κίνδυνο για τις πωλήσεις. Φανταστείτε το ακραίο παράδειγμα ενός αυτάρκους λιτοδίαιτου και χωρίς υλικές επιθυμίες ασκητή… Ο χειρότερος εφιάλτης κάθε πωλητή.

Και ας μη γελιόμαστε. Όλοι μας σήμερα είτε το ξέρουμε είτε όχι, εκπαιδευόμαστε στις “πωλήσεις”.

Είμαστε πωλητές. Είτε ευφάνταστοι είτε ενοχικοί πουλάμε τον εαυτό μας σε κάθε μας επικοινωνία και επαφή με τους άλλους. Τον πουλάμε για να κερδίσουμε τις εντυπώσεις. Τον πουλάμε για να επιβιώσουμε μέσα στο διαστελλόμενο σύμπαν της ύλης και να κερδίσουμε το πολυπόθητο τρόπαιο της αθανασίας. Γιατί όπως λέει και ο Κούντερα, πέρα από τον Έρωτα είναι η επιθυμία της μεγάλης αθανασίας. Και η αθανασία σήμερα στο μυαλό πολλών ανθρώπων επιτυγχάνεται μόνο δια μέσω της εξουσίας που φέρνει το χρήμα.

Εν τέλει το υπέρτατο αγαθό προς πώληση είναι όπως φαίνεται η αθανασία! Αυτό όσο και αν ακούγεται παράξενο, αποτελεί ελαφρυντικό για την έκπτωτη κοινωνία των ανθρώπων. Γιατί με κάποια διάθεση ελαφρότητας θυμίζει την δικαιολογία “αμάρτησα για το παιδί μου”…που μόνο ο ελληνικός κινηματογράφος θα μπορούσε να προτείνει ως άλλοθι και “ανάγκη” ικανή να πείσει τους θεούς.

"The Price of Everything" Skitso by kostasAnemos